Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κλέος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κλέος το [kléos] Ο46 : (λόγ.) η δόξα: Tα κλέη των προγόνων μας.

[λόγ. < αρχ. κλέος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες