Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κεφαλοτύρι το [kefalotíri] Ο44 : είδος σκληρού και αλμυρού τυριού από πρόβειο και κατσικίσιο γάλα, που χρησιμοποιείται κυρίως τριμμένο.
[κεφάλ(ι) -ο- + τυρ(ί) -ι]