Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κερατίτιδα η [keratítiδa] Ο28 : (ιατρ.) φλεγμονή του κερατοειδούς χιτώνα του ματιού.
[λόγ. < γαλλ. kératite < αρχ. κερατ- (κέρας) -ite = -ίτις > -ίτιδα (διαφ. το ελνστ. κερατῖτις `που έχει κέρατα΄)]