Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καφετζής ο [kafedzís] Ο8 θηλ. καφετζού* : ιδιοκτήτης καφενείου ο οποίος εργάζεται σ΄ αυτό, ετοιμάζει τους καφέδες, τους σερβίρει κτλ.
[τουρκ. kahveci -ς]