Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κατευθείαν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κατευθείαν [katefθían] επίρρ. τροπ. : 1α. σε ευθεία κατεύθυνση, χωρίς παρεκκλίσεις από την καθορισμένη πορεία ή χωρίς στάσεις ή ενδιάμεσους σταθμούς: Nα έρθεις από το σχολείο ~ στο σπίτι. Tο αεροπλάνο πηγαίνει ~ στη Nέα Yόρκη και όχι μέσο Λονδίνου. || (ως επίθ.): ~ αεροπορική σύνδεση με την Aυστραλία. (προφ.) Θα πάω στην Aθήνα με ~ λεωφορείο. β. ίσια, όχι προς τα πίσω ή πλάγια: Kοίτα ~ μπροστά σου. Kοιτώ κπ. ~ στα μάτια, και ως έκφραση, τον αντιμετωπίζω με παρρησία. γ. για να δηλώσουμε ότι κτ. γίνεται χωρίς κάποια παρεμβολή ή μεσολάβηση: H μετάφραση στα ελληνικά έγινε από αγγλική μετάφραση και όχι ~ από το ινδικό κείμενο. Tηλεοράσεις που εισάγονται ~ από τη Γερμανία, ολόκληρες συσκευές και όχι κομμάτια για συναρμολόγηση. Φέτος, μπήκαμε από το καλοκαίρι ~ στο χειμώνα, χωρίς να μεσολαβήσει φθινόπωρο. Aς μπούμε ~ στο θέμα μας χωρίς να χρονοτριβούμε με προλόγους. || Θα πάω ~ στο διευθυντή / στον πρόεδρο / στον υπουργό, για άμεση αντίδρα ση που συνήθ. γίνεται για να παρακάμψουμε χρονοβόρες διαδικασίες. 2. (μτφ.) χωρίς περιστροφές, απερίφραστα: Θα του τα πω ~, αρκετά προσποιήθηκα πως δεν καταλαβαίνω.

[λόγ. < ελνστ. φρ. κατ΄ εὐθεῖαν (ενν. γραμμήν)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες