Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καταλληλότητα η [katalilótita] Ο28 : η ιδιότητα του κατάλληλου. ANT ακαταλληλότητα: Θα κριθεί η καταλληλότητά του για τη θέση του καθηγητή. Είναι απαραίτητος ο έλεγχος καταλληλότητας των προϊόντων / των τροφίμων. Επιτροπή θα κρίνει την ~ των σχολικών κτιρίων.
[λόγ. κατάλληλ(ος) -ότης > -ότητα (διαφ. το ελνστ. καταλληλότης `σωστή γραμματική δομή΄)]