Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κατάδοση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κατάδοση η [katáδosi] Ο33 : η ενέργεια του καταδίδω, η καταγγελία εις βάρος ατόμου ή η αποκάλυψη παράνομων πράξεων ή μυστικών στοιχείων, που έχει ως κίνητρο ιδιοτελείς σκοπούς και όχι την προάσπιση του δικαίου: Tον βαρύνει η ~ των συναγωνιστών του στους κατακτητές της πατρίδας, προδοσία. H ~ των αμυντικών σχεδίων στους εχθρούς της πατρίδας του.

[λόγ. καταδό(της) -σις > -ση (διαφ. το ελνστ. κατάδοσις `δόση πληρωμής΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες