Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καστανάς
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καστανάς ο [kastanás] Ο1 : αυτός που πουλάει κάστανα ψημένα, σε υπαίθρια ψησταριά: Tο φθινόπωρο οι καστανάδες στήνουν τη φουφού τους στις γωνιές των δρόμων.

[κάσταν(ο) -άς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες