Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καρτέλα η [kartéla] Ο25 : είδος κάρτας για διάφορες χρήσεις και ειδικότερα για την καταχώριση δεδομένων που ταξινομούνται: Στο αρχείο του νοσοκομείου υπάρχουν οι καρτέλες των ασθενών. Οι καρτέλες με τα βιβλία της βιβλιοθήκης.
[ιταλ. cartella υποκορ. του carta (δες στο κάρτα)]