Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- καρποφορά η.
-
- Προσφορά καρπών:
- Kαν σίτος είη καθαρός καν αίρα σιτοφθόρος, καρποφορά προσάγεται πάντως αποδεκτέα (Γλυκά, Αναγ. 204).
[<ουσ. καρπός + φέρω]
- Προσφορά καρπών: