Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καρκινικός 1 -ή -ό [karkinikós] Ε1 : που αναφέρεται στον καρκίνο 1: Kαρκινικά κύτταρα, που έχουν αναπτύξει καρκίνο. Kαρκινικοί όγκοι, κακοήθη νεοπλάσματα.
[λόγ. καρκίν(ος) 1 -ικός]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καρκινικός 2 -ή -ό : που αναφέρεται στον καρκίνο 2: ~ στίχος / καρκινική επιγραφή, που μπορεί να διαβαστεί κανονικά από την αρχή προς το τέλος ή ανάποδα από το τέλος προς την αρχή, χωρίς να μεταβληθεί το νόη μα ή η σειρά των λέξεων.
[λόγ. καρκίν(ος) 2 -ικός]