Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καρδιοκατακτητής ο [karδiokataktitís] Ο7 : άντρας που με την εμφάνισή του και με τη συμπεριφορά του γοητεύει τις γυναίκες και τις κατακτά ερωτικά· γυναικοκατακτητής.
[λόγ. καρδιο- + κατακτητής]