Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- καρίπης ο.
-
- Έφιππος πολεμιστής του οθωμανικού στρατού:
- (Tάξ. θύρ. 18, 44).
[<τουρκ. garip· βλ. Mor. II 154. H λ. στο Du Cange (‑ιδες)]
- Έφιππος πολεμιστής του οθωμανικού στρατού: