Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καπνοδοχοκαθαριστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καπνοδοχοκαθαριστής ο [kapnoδoxokaθaristís] Ο7 : εργάτης ειδικευμένος στον καθαρισμό καπνοδόχων.

[λόγ. καπνοδόχ(ος) -ο- + καθαριστής μτφρδ. αγγλ. chimney sweeper]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες