Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καπλάντισμα το [kaplándizma] Ο49 : 1. η ενέργεια του καπλαντίζω: Tο πάπλωμα / το τετράδιο θέλει ~. 2. προστατευτικό κάλυμμα: Xάλασε το ~.
[καπλαντισ- (καπλαντίζω) -μα]