Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καντράν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καντράν το [kadrán] Ο (άκλ.) : ενδεικτικός πίνακας οργάνου: Tο ~ του ρολογιού, που δείχνει τις ώρες, η πλάκα. Tο ~ του τηλεφώνου, ο δίσκος επιλογής των αριθμών.

[λόγ. < γαλλ. cadran]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες