Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καντάδα η [kandáδa & kantáδa] Ο26 : (μουσ.) τραγούδι με γλυκιά και νοσταλγική μελωδία και με ερωτικό και παθητικό περιεχόμενο, που τραγουδιέται από τρίφωνη χορωδία με συνοδεία κιθάρας, μαντολίνου και άλλων εγχόρδων, συνήθ. τις νυχτερινές ώρες· επτανησιακή καντάδα. || Aθηναϊκή ~, παραλλαγή της επτανησιακής καντάδας που γεννήθηκε στο τέλος του 19ου αι. (έκφρ.) κάνω ~, τραγουδώ καντάδες ή άλλο ερωτικό τραγούδι, συχνά κάτω από το παράθυρο μιας γυναίκας, για να της εκφράσω τον έρωτά μου.
κανταδίτσα η YΠΟKΟΡ. [βεν. cantada· καντάδ(α) -ίτσα]