Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καμπαρέ
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καμπαρέ το [kabaré] Ο (άκλ.) : νυχτερινό κέντρο όπου παρουσιάζονται μουσικοχορευτικά ή επιθεωρησιακά νούμερα και προσφέρονται οινοπνευματώδη ποτά και όπου οι καλλιτέχνιδες προσφέρουν τη συντροφιά τους στους πελάτες.

[γαλλ. cabaret]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καμπαρετζού η [kabaredzú] Ο37 : (λαϊκ., μειωτ.) γυναίκα, συνήθ. ελευθερίων ηθών, που εργάζεται σε καμπαρέ, κρατάει συντροφιά στους πελάτες και πίνει μαζί τους.

[καμπαρέ -τζού, θηλ. του -τζής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες