Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καλλιεργήσιμος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καλλιεργήσιμος -η -ο [kalierjísimos] Ε5 : που μπορεί να καλλιεργηθεί και να αποδώσει καρπούς, κυρίως για έδαφος: Mεγάλες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης μένουν ακαλλιέργητες.

[λόγ. καλλιεργησ- (καλλιεργώ) -ιμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες