Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καλαφάτης ο [kalafátis] Ο11 : (ναυτ.) τεχνίτης ειδικός στο καλαφάτισμα των πλοίων.
[μσν. καλαφάτης < αραβ. qalfat -ης με αφομ. ανάπτ. [a] για διάσπ. του συμφ. συμπλ.]
[Λεξικό Κριαρά]
- καλαφάτης ο.
-
- (Ναυτ.) τεχνίτης ειδικός στο καλαφάτισμα πλοίου:
- (Kώδ. Xρονογρ. 6924).
[πιθ. <υστλατ. *calefa(c)tor (Kahane, GR II 33-4). H λ. τον 6. αι. και σήμ.]
- (Ναυτ.) τεχνίτης ειδικός στο καλαφάτισμα πλοίου: