Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- κακόλογος, επίθ.
-
- Που λέει άσχημα λόγια για κάπ.:
- Γλώσσα κακόλογος (Zήν. Δ´ 232).
[αρχ. επίθ. κακολόγος]
- Που λέει άσχημα λόγια για κάπ.:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κακολόγος -α / -ος -ο [kakolóγos] Ε14 : φιλοκατήγορος.
[λόγ. < αρχ. κακολόγος]