Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καθέκαστα τα [kaθékasta] Ο (μόνο στην ονομ. και αιτ.) : οι λεπτομέρειες ενός γεγονότος, τα επί μέρους στοιχεία μιας υπόθεσης: Mου διηγήθηκε το περιστατικό με όλα τα ~. Tου έγραψα τα ~.
[λόγ. < ελνστ. φρ. τά καθ΄ ἕκαστα ουδ. πληθ. του ἕκαστος]