Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιχνογραφώ [ixnoγrafó] -είται Ρ10.9 : (για παιδιά και μικρούς μαθητές) παρασταίνω, ζωγραφίζω ένα αντικείμενο με γραμμές και συνήθ. χωρίς χρώματα.
[λόγ. ιχνογράφ(ος) -ώ]