Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ισόχρονος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ισόχρονος -η -ο [isóxronos] Ε5 : που έχει τον ίδιο χρόνο, διάρκεια, που γίνεται σε ίσο χρόνο, διάρκεια ή κατά ίσα χρονικά διαστήματα με άλλον.

[λόγ. < ελνστ. ἰσόχρονος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες