Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ισόθερμος -η -ο [isóθermos] Ε5 : α. αυτός που έχει την ίδια θερμοκρασία με κπ. άλλο. β. ισόθερμη καμπύλη, καμπύλη μετεωρολογικού χάρτη που ενώνει τόπους με την ίδια μέση θερμοκρασία.
[λόγ. < γαλλ. isotherme < iso- = ισο- + -therme < αρχ. θερμός]