Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ιππικός, επίθ.
-
- Έφιππος:
- στρατιώτας … ιππικούς (Διγ. Gr. 1591).
- Το θηλ. ως ουσ. = το ιππικό:
- ιππικήν των θρακικών και θετταλικών δυνάμεων (Δούκ. 3918).
[αρχ. επίθ. ιππικός. Η λ. και σήμ.]
- Έφιππος:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιππικός -ή -ό [ipikós] Ε1 : α. που γίνεται με ίππους (άλογα) ή ιππείς: Iππικοί αγώνες, αγώνες ιππασίας. β. που αποτελείται από ιππείς: Iππική (στρατιωτική) δύναμη. γ. (ως ουσ.) το ιππικό, τμήμα, δύναμη έφιππων στρατιωτικών: Επίθεση / επέλαση του ιππικού. Ίλη ιππικού. Aξιωματικός του ιππικού.
[λόγ. < αρχ. ἱππικός]