Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ιππασία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ιππασία η [ipasía] Ο25 : α. πορεία πάνω σε άλογο που γίνεται για ψυχαγωγία ή άθλημα: Kάνω ~. β. η τέχνη του να ιππεύει κανείς, να καθοδηγεί ένα άλογο πάνω στο οποίο κινείται: Σχολή / μάθημα ιππασίας. Aγώνες ιππασίας, ιππικοί ή ιππευτικοί αγώνες· (πρβ. ιπποδρομία).

[λόγ. < αρχ. ἱππασία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες