Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιερότητα η [ierótita] Ο28 : η ιδιότητα του ιερού: Δε σεβάστηκαν την ~ του χώρου και της στιγμής.
[λόγ. < μσν. ιερότης, αιτ. -ητα `ιερατικό αξίωμα΄ < ιερ(ός) -ότης > -ότητα]