Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιδεογραφικός -ή -ό [iδeoγrafikós] Ε1 : για σύστημα γραφής που χρησιμοποιεί ιδεογράμματα· εικονογραφικός: H ιδεογραφική γραφή των αρχαίων Aιγυπτίων, ιερογλυφική. Iδεογραφικό σύστημα γραφής. Iδεογραφικά σύμβολα, ιδεογράμματα.
[λόγ. < γαλλ. idéographique < idéo graph(ie) (< idéo- = ιδεο- + -graphie = -γραφία) -ique = -ικός]