Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιδεατός -ή -ό [iδeatós] Ε1 : που υπάρχει μόνο στη νόησή μας, που γίνεται αντιληπτός μόνο ως ιδέα· νοητός. ANT αισθητός, πραγματικός: Ο ~ κόσμος. || Iδεατή μορφή, ιδανική.
[λόγ. ιδέα -τός κατά το θεατός, σφαλερή δημιουργία αντί π.χ. ιδεαστός, μτφρδ. γαλλ. idéal]