Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- θύραθεν [θíraθen] επίρρ. : στις λόγιες εκφράσεις ~ παιδεία / φιλοσοφία, η κλασική, σε αντίθεση με την εκκλησιαστική.
[λόγ. < μσν. θύραθεν `οι μη χριστιανοί΄ < αρχ. επίρρ. θύραθεν `από έξω από την πόρτα΄]