Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- θερμομέτρηση η [θermométrisi] Ο33 : η ενέργεια του θερμομετρώ, η μέτρηση της θερμοκρασίας, κυρίως του ανθρώπινου σώματος.
[λόγ. θερμομετρη- (θερμομετρώ) -σις > -ση]