Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ημικίονας ο [imikíonas] Ο5 : κίονας που στηρίζεται κατά την κάθετη τομή του σε τοίχο και τοποθετείται ως παραστάδα: Πρόσοψη που κοσμείται με ημικίονες.
[λόγ. ημι- + κίων > κίονας μτφρδ. γαλλ. demi-colonne]