Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ηθοποιία η [iθopiía] Ο25α : 1. η τέχνη του ηθοποιού· η υποκριτική τέχνη: H παράσταση είχε υψηλό επίπεδο ηθοποιίας. 2. (μτφ.) σκόπιμη και προσποιητή στάση, συμπεριφορά.
[λόγ. < ελνστ. ἠθοποιία `δημιουργία χαρακτήρα΄]
[Λεξικό Κριαρά]
- ηθοποιία η.
-
- Ηθική διδασκαλία:
- ταύτα οπ’ εγράψαμεν είναι ηθοποιία (Ιστ. Βλαχ. 613).
[μτγν. ουσ. ηθοποιία. Η λ. και σήμ.]
- Ηθική διδασκαλία: