Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ηθογραφία η [iθoγrafía] Ο25 : λογοτεχνικό είδος που επιδιώκει να αναπαραστήσει πιστά τις εξωτερικές συνθήκες και τον τρόπο ζωής μιας ομάδας ανθρώπων σε ορισμένο τόπο και χρόνο: H ελληνική ~ αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αι. ~ του βουνού και της θάλασσας. Σατιρική ~. Iστορική ~. || αντίστοιχο είδος στη ζωγραφική.
[λόγ. ηθογράφ(ος) -ία με επίδρ. του γαλλ. éthographie `επιστήμη περιγραφική των ηθών΄ < éhto- = ηθο- + -graphie = -γραφία]