Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζύγιση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζύγιση η [zíjisi] Ο33 : η ενέργεια του ζυγίζω· ο υπολογισμός του βάρους.

[λόγ. ζυγι- (ζυγίζω) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες