Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ζωοτοκία η [zootokía] Ο25 : (ζωολ.) το φαινόμενο κατά το οποίο το ωάριο αναπτύσσεται μέσα στο σώμα της μητέρας έως ότου πάρει μορφή όμοια με τους γεννήτορες. ANT ωοτοκία: H ~ είναι χαρακτηριστικό των θηλαστικών και σπανιότερα των ερπετών και των ψαριών.
[λόγ. < αρχ. ζωοτοκία (< αρχ. ζωός `ζωντανός΄)]