Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζωοκλέφτης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζωοκλέφτης ο [zookléftis] Ο10 : κλέφτης ζώων· (πρβ. κατσικοκλέφτης, κλεφτοκοτάς).

[λόγ. ζωο- 1 + κλέπτης με προσαρμ. στη δημοτ. κατά το κλέπτης > κλέφτης μτφρδ. τουρκ. hayvan hιrsιzι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες