Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ζωηρότητα η [zoirótita] Ο28 : η ιδιότητα του ζωηρού· ζωντάνια, ζωηράδα: Οι κινήσεις του, το βλέμμα του και ο τρόπος που μιλούσε είχαν μια ~ εντυπωσιακή για την ηλικία του. H ~ των χρωμάτων μιας ζωγραφικής παράστασης.
[λόγ. ζωηρ(ός) -ότης > -ότητα]