Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ζηλοτυπία η [zilotipía] Ο25 : η ιδιότητα, η τάση του ζηλότυπου χαρακτήρα· (πρβ. ζήλια): Παθολογική ~. || εκδήλωση ζηλοτυπίας: Mην αρχίσετε πάλι τις ζηλοτυπίες, γιατί γίνεστε γελοίοι. || εκδήλωση ερωτικής ζήλιας: Οι καθημερινές σκηνές ζηλοτυπίας και οι καβγάδες τους έφεραν γρήγορα το χωρισμό.
[λόγ. < αρχ. ζηλοτυπία]