Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζαρκάδι
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζαρκάδι το [zarkáδi] Ο44 θηλ. ζαρκάδα [zarkáδa] Ο26 : θηλαστικό, τετράποδο ζώο που μοιάζει με το ελάφι, ζει στα δάση και είναι γνωστό για τη χάρη του και το γρήγορο τρέξιμό του: Tα ζαρκάδια τα κυνηγούν για το νόστιμο κρέας τους. Tρέχει σαν ~, πολύ γρήγορα. ζαρκαδάκι το YΠΟKΟΡ.

[μσν. ζαρκάδι < ελνστ. ή μσν. ζορκάδιον με υποχωρ. αφομ. [o-a > a-a], υποκορ. του αρχ. ζορκάς (παράλληλος τύπος του δορκάςζαρκάδ(ι) -α]

[Λεξικό Κριαρά]
ζαρκάδι το· ζαλκάδι.
  • Μικρό ελάφι, ζαρκάδι:
    • (Πεντ. Δευτ. XII 15).

[<παλαιότ. ουσ. ζορκάδιον. Η λ. στο Meursius και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες