Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εφόσον
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εφόσον [efóson] σύνδ. : 1.αιτιολογικός· εισάγει δευτερεύουσες προτάσεις οι οποίες εκφέρουν το λόγο εξαιτίας του οποίου αναγκαστικά ισχύει ή συμβαίνει αυτό που εκφράζει η κύρια πρόταση· αφού, επειδή: ~ το θέλεις, θα γίνει. Δε θα σου το αρνηθώ, ~ τόσο πολύ το θέλεις. ~ δεν πας εσύ, δεν πάω κι εγώ. || σε ερωτηματική εκφορά συνήθ. εκφράζει έντονη αντίθεση: ~ δεν πρόκειται να έρθεις, γιατί το υπόσχεσαι; 2. στη θέση υποθετικού συνδέσμου, εκφέρει προϋπόθεση απαραίτητη για να γίνει αυτό που εκφράζει η κύρια πρόταση· αν, στην περίπτωση που: Θα υπογράψετε, μόνο ~ συμφωνείτε. || στη θέση χρονικού συνδέσμου· όταν: ~ καθαρογραφούν τα πρακτικά, θα δοθούν για υπογραφή.

[λόγ. < ελνστ. φρ. ἐφ΄ ὅσον `για όσο διάστημα΄ (αρχ. σημ.: `όσο είναι δυνατό΄) σημδ. αγγλ. as long as ή γερμ. solange, sofern]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες