Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εφοδιοπομπή η [efoδiopombí] Ο29 : (στρατ.) φάλαγγα οχημάτων ή άλλων μεταφορικών μέσων που μεταφέρουν στο μέτωπο εφόδια ή από το μέτωπο τραυματίες ή που εφοδιάζουν με τρόφιμα και με άλλα αναγκαία αγαθά άμαχους πληθυσμούς.
[λόγ. εφόδι(ον) -ο- + πομπή]