Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευσυνειδησία η [efsiniδisía] Ο25 : η ιδιότητα του ευσυνείδητου, η συνέπεια και η αφοσίωση στην εκτέλεση επαγγελματικών, κοινωνικών ή άλλων υποχρεώσεων. ANT ασυνειδησία: Kανένας δεν αμφισβήτησε την ~ των δασκάλων μας. Εργάστηκε με πολλή / με μεγάλη ~.
[λόγ. < ελνστ. εὐσυνειδησία `καθαρή συνείδηση, ακεραιότητα΄ κατά την αλλ. της σημ. της λ. ευσυνείδητος]