Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευστοχία η [efstoxía] Ο25 : η ιδιότητα του εύστοχου. ANT αστοχία. 1. επιτυχία στόχου: Στις πρώτες βολές δεν είχε ~. 2. (μτφ.) αποτελεσματικός, επιτυχημένος τρόπος ενέργειας ή έκφρασης: H λύση λεπτών και πολύπλοκων προβλημάτων απαιτεί ~ και ευελιξία. Επισήμανε με μεγάλη ~ τα σφάλματα των προκατόχων του.
[λόγ. < αρχ. εὐστοχία]