Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευρύτητα η [evrítita] Ο28 (χωρίς πληθ.) : η ιδιότητα αυτού που είναι ευρύς. ANT στενότητα. 1. (λόγ.) ευρυχωρία: H ~ του χώρου. 2. (μτφ.): Διακρίνεται για την ~ των αντιλήψεών του. Έχει μεγάλη ~ γνώσεων / πνεύματος.
[λόγ.: 1: αρχ. εὐρύτης, αιτ. -ητα· 2: κατά τη σημ. της λ. ευρύς2]