Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευπείθεια η [efpíθia] Ο27 : (λόγ.) η ιδιότητα του ευπειθούς, η πρόθυμη υπακοή σε νόμους και κανονισμούς. ANT απείθεια.
[λόγ. < ελνστ. εὐπείθεια]
[Λεξικό Κριαρά]
- ευπείθεια η.
-
- Πρόθυμη υπακοή:
- (Βίος Αλ. 2805).
[μτγν. ουσ. ευπείθεια. Η λ. και σήμ.]
- Πρόθυμη υπακοή: