Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευκρινής -ής -ές [efkrinís] Ε10 : 1α.για κτ. που διακρίνεται πολύ καλά, του οποίου τα περιγράμματα είναι σαφή και οι λεπτομέρειες καθαρές: H εικόνα είναι κάπως θολή, δεν είναι απόλυτα ~. β. για ήχο που ακούγεται με απόλυτη καθαρότητα. 2. (μτφ.) σαφής, απροσχημάτιστος: Οι προθέσεις του δεν είναι πολύ ευκρινείς. H απάντησή του ήταν ~.
ευκρινώς ΕΠIΡΡ με ευκρίνεια: Άκουσα ~ όσα έλεγαν. Γράφει πολύ ~. [λόγ. < αρχ. εὐκρινής, εὐκρινῶς]