Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εταζέρα η [etazéra] Ο25α : μικρό έπιπλο, είδος ραφιού, που στερεώνεται στον τοίχο και χρησιμοποιείται για τοποθέτηση μικρών αντικειμένων: Στην ~ υπήρχε ένα ξυπνητήρι και μερικά μπιμπελό.
[γαλλ. étagèr(e) -α]