Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εσωτερίκευση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εσωτερίκευση η [esoteríkefsi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εσωτερικεύω.

[λόγ. εσωτερικεύ(ω) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες